EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 31997Y0705(01)

Γνώμη του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ιδρύματος σχετικά με σχέδιο νομοθεσίας για την καθιέρωση του εύρω και για ορισμένες διατάξεις που αφορούν την καθιέρωση του εύρω

ΕΕ C 205 της 5.7.1997, σ. 18 έως 20 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

31997Y0705(01)

Γνώμη του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ιδρύματος σχετικά με σχέδιο νομοθεσίας για την καθιέρωση του εύρω και για ορισμένες διατάξεις που αφορούν την καθιέρωση του εύρω

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 205 της 05/07/1997 σ. 0018 - 0020


ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ (97/C 205/07)

Γνώμη που ζητήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει, αντιστοίχως των άρθρων 109 ΣΤ παράγραφος 6 και 109 ΣΤ παράγραφος 8 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, σχετικά με σχέδιο νομοθεσίας για την καθιέρωση του εύρω και για ορισμένες διατάξεις που αφορούν την καθιέρωση του εύρω.

CON/96/13

1. Στις 11 Νοεμβρίου 1996, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζήτησε από το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα (ΕΝΙ) να εκφέρει γνώμη σχετικά με δύο προτάσεις της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για κανονισμούς του Συμβουλίου που αφορούν την καθιέρωση του εύρω, σύμφωνα με τις διατάξεις, αντιστοίχως, των άρθρων 235 και 109 Λ παράγραφος 4 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας [βλέπε COM(96) 499 με ημερομηνία 16. 10. 1996 7 για ευκολία αναφοράς τα δύο σχέδια θα αποκαλούνται «σχέδιο 235» και «σχέδιο 109 Λ παράγραφος 4»]. Τα σχέδια συνοδεύονται από αιτιολογική έκθεση. Η διαβούλευση με το ΕΝΙ είναι υποχρεωτική και για τα δύο σχέδια, παρά το γεγονός ότι η νομική βάση για το ένα από αυτά είναι το άρθρο 235 της συνθήκης, δεδομένου ότι και τα δύο εμπίπτουν στον τομέα αρμοδιότητάς του. Εντούτοις το σχέδιο 109 Λ παράγραφος 4 θα μπορούσε να εγκριθεί μετά τη σύσταση της ΕΚΤ και, συνεπώς, η παρούσα γνώμη δεν αποκλείει τη γνωμάτευση της ΕΚΤ επί του σχεδίου αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 109 Λ παράγραφος 4 της συνθήκης, πριν από την έγκρισή του.

2. Οι προτάσεις της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αξιολογούνται θετικά σε γενικές γραμμές. Η Επιτροπή στηρίχτηκε σε προηγούμενη εργασία του ΕΝΙ και σε εισηγήσεις που της απευθύνθηκαν στο πλαίσιο ευρείας διαδικασίας διαλόγου που διεξήχθη με οικονομικούς οργανισμούς και με την Νομισματική Επιτροπή, με τη συμμετοχή, πάντοτε, του ΕΝΙ. Το ΕΝΙ συμμετείχε ως παρατηρητής στις συνεδριάσεις ομάδας εργασίας του Συμβουλίου η οποία συστάθηκε μετά την έγκριση των σχεδίων από την Επιτροπή, και έλαβε γνώση των διαφόρων τροπολογιών που πρότειναν οι εθνικές αντιπροσωπείες. Η παρούσα γνώμη λαμβάνει υπόψη τα αναθεωρημένα σχέδια όπως προβλέπονταν από την προαναφερθείσα ομάδα εργασίας. Η γνώμη εκδίδεται με βάση την αγγλική απόδοση των σχεδίων. Το ΕΝΙ επιθυμεί να τονίσει την ιδιαίτερη ανάγκη να εξασφαλίσει το Συμβούλιο την αντιστοιχία των νομικών όρων που θα περιέχονται στην αυθεντική απόδοση των σχεδίων σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας, ώστε να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη ερμηνεία και εφαρμογή στα κράτη μέλη των ουσιωδών αυτών νομικών πράξεων.

Οι παρατηρήσεις που διατυπώνονται στην παρούσα γνώμη περιορίζονται σε εκείνα τα σημεία για το οποία το ΕΝΙ θεωρεί ότι υπάρχουν ακόμη περιθώρια για διευκρινίσεις.

3. Το ΕΝΙ λαμβάνει γνώση της απόφασης της Επιτροπής για διαχωρισμό σε δύο σχέδια κανονισμών, αλλά υπογραμμίζει τη σημασία της ταυτόχρονης πολιτικής αποδοχής τους από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπως εζήτησε η Επιτροπή, ενδεχομένως, κατά τη σύνοδο του Δουβλίνου, τον Δεκέμβριο.

Σχέδιο 235

4. Το ΕΝΙ παρακολούθησε τη συζήτηση στην ομάδα εργασίας του Συμβουλίου αναφορικά με την κατάλληλη διατύπωση του άρθρου 3 του σχεδίου 235 σχετικά με τη διατήρηση σε ισχύ των νομικών πράξεων και έχει επίγνωση των επιχειρημάτων που προβλήθηκαν από τις εθνικές αντιπροσωπείες. Για τις αγορές κεφαλαίων το θέμα αυτό αποτελεί αντικείμενο προβληματισμού. Το ΕΝΙ υπήρξε δέκτης σημαντικών και πειστικών απόψεων που διατυπώθηκαν από οργανώσεις της αγοράς επί του θέματος αυτού. Το ΕΝΙ υποστηρίζει τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Μαδρίτης όσον αφορά τη χρησιμότητα μιας νομικής ρύθμισης που θα εξασφάλιζε τη διατήρηση της ισχύος των νομικών πράξεων, αλλά υποστηρίζει ότι η σχετική διατύπωση θα έπρεπε να είναι επαρκώς ευρεία ώστε να αρθούν οι σχετικές ανησυχίες. Η εξασφάλιση της διατήρησης της ισχύος των πράξεων αυτών θα συμβάλει στη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών και θα διευκολύνει τη μετάβαση στο ενιαίο νόμισμα.

Υπό αυτή την έννοια το ΕΝΙ αποδέχεται ευχαρίστως τη βελτιωμένη διατύπωση της παραγράφου 7 του προοιμίου. Επιπλέον, πολλά μέλη του συμβουλίου του ΕΝΙ θα ευνοούσαν την παρεμβολή ρητής επιβεβαίωσης ότι η «εισαγωγή του εύρω» που χρησιμοποιείται στο άρθρο 3 έχει ευρεία έννοια και περιλαμβάνει ιδιαίτερα τον αμετάκλητο καθορισμό των τιμών μετατροπής, την απόσυρση των εθνικών νομισμάτων και την κατάργηση ή την αντικατάσταση των τιμών των επιτοκίων αναφοράς. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί είτε στο σημείο που καταγράφονται οι «ορισμοί» (άρθρο 1), είτε στο ίδιο το άρθρο 3, είτε τουλάχιστον στο προοίμιο του σχεδίου 235.

Πολλά μέλη του συμβουλίου του ΕΝΙ θα επιθυμούσαν επίσης την προσθήκη της φράσης «όσον αφορά την εισαγωγή του εύρω» στο τέλος του άρθρου 3, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος αντιδικιών με βάση τις διατάξεις περί «ανωτέρας βίας» ή περί «μεταβολής των συνθηκών», ή άλλες διατάξεις με συναφείς επιπτώσεις, και για να προστατευθούν οι καταναλωτές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η προσθήκη του επιρρήματος «ρητώς» δεν θα ικανοποιούσε πλήρως, δεδομένου ότι οι όροι αυτοί μπορεί να είχαν, ενδεχομένως, συμφωνηθεί ρητώς χωρίς, εντούτοις, η συμφωνία να έγινε ενόψει της ΟΝΕ.

Τα περισσότερα μέλη του ΕΝΙ θα επιθυμούσαν τη μεταφορά του ορισμού των συμβάσεων από την παράγραφο 9 του προοιμίου στο άρθρο 1, ώστε να ενισχυθεί η νομική του αξία.

5. Το ΕΝΙ αναγνωρίζει ότι οι διατάξεις για τη στρογγυλοποίηση είναι συνεπείς με τις δικές του προηγούμενες συστάσεις, αν και δεν συμπίπτουν πλήρως με αυτές.

Σχέδιο 109 Λ παράγραφος 4

6. Το πρώτο θέμα που θα πρέπει να εξεταστεί είναι οι διατάξεις που αφορούν τον τερματισμό της μεταβατικής περιόδου. Από νομική άποψη, το πέρας της μεταβατικής περιόδου συνεπάγεται την κατάργηση των εθνικών νομισματικών μονάδων, τον υποχρεωτικό και αυτόματο νομισματικό επαναπροσδιορισμό άλων των υπαρχουσών νομικών πράξεων, και ειδικότερα των εθνικών νομοθεσιών και συμβάσεων. Οι τραπεζικοί λογαριασμοί των πελατών θα μετατραπούν σε εύρω 7 τα τιμολόγια θα εκδίδονται σε εύρω 7 οι επίσημες εκθέσεις θα γίνονται σε εύρω, οι τιμές θα καθορίζονται σε εύρω κ.λπ.

Το ΕΝΙ τάσσεται υπέρ της αρχής της ταυτόχρονης νομικής μετάβασης σε όλα τα κράτη μέλη. Η ημερομηνία της νομικής αυτής μετάβασης θα πρέπει να συμπέσει περίπου με την ημερομηνία κατά την οποία τα τραπεζογραμμάτια και τα κέρματα εύρω θα τεθούν σε κυκλοφορία. Από αυτή την άποψη οι διοικητικές διαδικασίες ανταλλαγής των μετρητών ίσως απαιτήσουν κάποια ευελιξία. Στο παρόν στάδιο δεν ενδείκνυται ακόμη να προσδιοριστεί η ημερομνία κατά την οποία θα τεθούν σε κυκλοφορία τα τραπεζογραμμάτια εύρω. Το ΕΝΙ, συνεπώς, θα υποστήριζε να προσδιοριστεί η ημερομηνία λήξης της μεταβατικής περιόδου του άρθρου 1, και η αντίστοιχη διατύπωση των άρθρων 10 και 11 να προσδιοριστούν όταν το σχέδιο εγκριθεί ως κανονισμός του Συμβουλίου, και μέχρι τότε να χρησιμοποιούνται στη θέση της ημερομηνίας παρενθέσεις.

7. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε στη Μαδρίτη ότι ο κανονισμός που θα αποτελέσει το νομικό πλαίσιο για τη χρήση του εύρω «θα έχει ως συνέπεια τα εθνικά νομίσματα και το εύρω να αποτελέσουν διαφορετικές εκφράσεις του ενός και του αυτού, από οικονομική άποψη, νομίσματος», και για το σκοπό αυτό «θα θεσπίσει μία διά νόμου επιβαλλόμενη ισοτιμία μεταξύ του εύρω και των εθνικών νομισματικών μονάδων». Συμφώνησε επίσης ότι ο κανονισμός θα πρέπει «να εξασφαλίζει ότι οι ιδιωτικοί οικονομικοί φορείς θα είναι ελεύθεροι να χρησιμοποιούν το νόμισμα εύρω χωρίς, όμως, να είναι και υποχρεωμένοι να το χρησιμοποιούν». Το ΕΝΙ θεωρεί κατάλληλο τον τρόπο με τον οποίο οι στόχοι αυτοί επιτυγχάνονται στο σχέδιο 109 Λ παράγραφος 4.

Ειδικότερα, το ΕΝΙ συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι η αντικατάσταση από το εύρω των εθνικών νομισμάτων των συμμετεχόντων κρατών μελών, όπως προβλέπεται από το άρθρο 2, είναι κατάλληλος τρόπος για να διασφαλιστούν εκείνα τα συμπεράσματα, και αποδέχεται ευνοϊκά τις διατάξεις του σχεδίου που ενισχύουν την διά νόμου επιβαλλόμενη ισοτιμία μεταξύ του εύρω και των εθνικών νομισμάτων, όπως ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη Μαδρίτη και «εξασφαλίζουν την ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών» καθιστώντας περιττή τη δημιουργία παράλληλων κυκλωμάτων. Το ΕΝΙ αποδέχεται τις παραγράφους 3 και 6 του άρθρου 8, το περιεχόμενο των οποίων θεωρεί ικανοποιητικό. Εντούτοις, η διατύπωση της παραγράφου 3 του άρθρου 8 θα μπορούσε να επανεξετασθεί ώστε να καταστεί σαφέστερη.

Η πρώτη πρόταση της παραγράφου 3 παρέχει στον καταβάλλοντα χρηματική οφειλή το δικαίωμα να επιλέγει ανάμεσα στο εύρω και στην εθνική νομισματική μονάδα, πράγμα που αποτελεί και την πεμπτουσία της δυνατότητας υποκατάστασης χρηματικών ποληρωμών 7 η πρόταση αυτή είναι σαφής και δεν απαιτεί αναθεώρηση (αν και ίσως θα ήταν χρήσιμο να αντικατασταθεί το ρήμα «επιτρέπεται» από το ρήμα «δύναται» ώστε να υπογραμμισθεί ότι αφορά επιλογή και όχι δυνατότητα). Η δεύτερη πρόταση της παραγράφου 3 επιτρέπει στο χρηματοπιστωτικό φορέα που διαμεσολαβεί για την πληρωμή «να διενεργήσει την απαραίτητη μετατροπή πιστώνοντας το λογαριασμό χωρίς να ζητά την έγκριση του δικαιούχου», όταν ο λογαριασμός του είναι σε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα που είχε επιλέξει ο αποστολέας της πληρωμής. Η δεύτερη αυτή πρόταση θα απαιτούσε περισσότερη σαφήνεια ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις αντιστοίχως τόσο του ενδιάμεσου φορέα όσο και του δικαιούχου. Θα μπορούσε έτσι να περιλαμβάνει πολυμερή συστήματα πληρωμών ή την παρεμβολή περισσοτέρων του ενός διαμεσολαβητών για τη διενέργεια της καταβολής.

Για την αποφυγή αμφιβολιών, η διατύπωση της παραγράφου 3 του άρθρου 8 θα έπρεπε να διασφαλίζει με σαφήνεια ότι η χρήση του δυνητικού «ενδέχεται» δεν επιτρέπει ισοτιμίες άλλες από τις ισοτιμίες μετατροπής.

Επίσης, θα έπρεπε να διευκρινισθεί κατά πόσον η διάταξη αυτή αναφέρεται μόνο σε εντολές εμβασμάτων, ή έχει επίσης εφαρμογή και προκειμένου για άλλες πληρωμές (συγκεκριμένα επί επιταγών) που καταλήγουν σε πίστωση λογαριασμού σε αντίθεση με τις πληρωμές με μετρητά.

Οι λέξεις «και καταβάλλεται εντός του αυτού κράτους μέλους» αποσκοπούν σύμφωνα με τις ερμηνευτικές σημειώσεις στον περιορισμό της εφαρμογής των διατάξεων περι εσωτερικών πληρωμών. Το ΕΝΙ δεν βλέπει το λόγο να λαμβάνεται υπόψη ο τόπος από όπου αποστέλλεται μια πληρωμή, και θα υποστήριζε την επέκταση της ισχύος της διατάξεως στις διασυνοριακές πληρωμές σε εύρω ή στο νόμισμα του λογαριασμού του δικαιούχου.

8. Η αρχή του μη υποχρεωτικού αντανακλάται επαρκώς στο άρθρο 8 παράγραφος 1, με καλά εξισορροπημένες εξαιρέσεις στις επόμενες παραγράφους. Εντούτοις, το ΕΝΙ θεωρεί ότι η νομική σαφήνεια του πρώτου εδαφίου του άρθρου 8 παράγραφος 4 που επιτρέπει τη μονομερή μεταβολή της νομισματικής έκφρασης οφειλών που εκκρεμούν, θα πρέπει να βελτιωθεί καθορίζοντας ποιο είναι το συνδετικό στοιχείο το οποίο προσδιορίζει το αρμόδιο κράτος μέλος: δηλαδή αν είναι ο τόπος όπου εδρεύει ο εκδότης, ή το κράτος μέλος του οποίου χρησιμοποιείται το νόμισμα, ή το κράτος μέλος του οποίου το δίκαιο εφαρμόζεται στην υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη τη νομική βάση του κανονισμού και τις αρμοδιότητες των κρατών μελών από πλευράς ιδιωτικού δικαίου και αναφορικά με τις αγορές κεφαλαίων.

9. Το φαινόμενο της εμπορικής αναπαραγωγής τραπεζογραμματίων προσεγγίζεται με διαφορετικό τρόπο από τα κράτη μέλη, και αποτελεί αντικείμενο προβληματισμού όσον αφορά τα τραπεζογραμμάτια σε εύρω, διότι είναι ενδεχόμενο το φαινόμενο αυτό να επεκταθεί πολύ κατά το χρόνο που τα νέα αυτά τραπεζογραμμάτια θα τεθούν σε κυκλοφορία. Το ΕΝΙ θεωρεί ότι τα διάφορα εθνικά καθεστώτα που διέπουν την εμπορική αναπαραγωγή των τραπεζογραμματίων θα δυσχέραιναν, ενδεχομένως, τις δραστηριότητες της ΕΚΤ αναφορικά με την αναπαραγωγή των τραπεζογραμματίων εύρω. Το καταστατικό του ΕΣΚΤ δεν παρέχει στην ΕΚΤ τα μέσα για να χειριστεί το συγκεκριμένο αυτό θέμα. Η νομισματική νομοθεσία σχετικά με τα νέα νομισματικά σύμβολα φαίνεται να είναι το κατάλληλο μέσο για την αντιμετώπιση του θέματος αυτού. Ως εκ τούτου, το ΕΝΙ προτείνει να προστεθεί στο άρθρο 12 του σχεδίου μια νέα παράγραφος με το κατωτέρω νόημα: «Η ΕΚΤ θα καθορίσει το καθεστώς που θα διέπει την αναπαραγωγή τραπεζογραμματίων σε εύρω».

Το ΕΝΙ αναλύει την περίοδο αυτή τις διάφορες πτυχές που σχετίζονται με το ηλεκτρονικό χρήμα, την έκδοση μερισματαποδείξεων και κουπονιών σε εύρω, και με τα τραπεζογραμμάτια εύρω (δηλαδή το δικαίωμα ανατύπωσης, την παραχάραξη, μεθόδους κατά της απομιμήσεως, ή κανόνες για σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό αναπαραγωγής, και το καθεστώς επιστροφών και αντικαταστάσεως φθαρμένων χαρτονομισμάτων). Από την ανάλυση είναι ενδεχόμενο να προκύψουν ειδικές διατάξεις για προσθήκη στον κανονισμό 109 Λ παράγραφος 4. Το ΕΝΙ ενδέχεται να αποφασίσει τη διατύπωση γνώμης επ' αυτού του θέματος.

10. Το ΕΝΙ δεν έχει αντίρρηση να δοθεί στη δημοσιότητα η γνώμη του, κατά την κρίση της αιτούσας αρχής.

Επάνω