EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 32014D0039(01)

2014/723/ΕΕ: Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 17ης Σεπτεμβρίου 2014 , σχετικά με την εφαρμογή του διαχωρισμού μεταξύ της λειτουργίας νομισματικής πολιτικής και της εποπτικής λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2014/39)

ΕΕ L 300 της 18.10.2014, σ. 57 έως 62 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Νομικό καθεστώς του εγγράφου Ισχύει

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2014/723/oj

18.10.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 300/57


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 17ης Σεπτεμβρίου 2014

σχετικά με την εφαρμογή του διαχωρισμού μεταξύ της λειτουργίας νομισματικής πολιτικής και της εποπτικής λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

(ΕΚΤ/2014/39)

(2014/723/ΕΕ)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφοι 1, 2 και 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 (εφεξής ο «κανονισμός ΕΕΜ») θεσπίζει τον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό (ΕΕΜ), ο οποίος αποτελείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τις εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ) των συμμετεχόντων κρατών μελών.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2 του κανονισμού ΕΕΜ, η ΕΚΤ ασκεί τα εποπτικά της καθήκοντα με την επιφύλαξη και ανεξαρτήτως των καθηκόντων της που αφορούν τη νομισματική πολιτική και τυχόν άλλων καθηκόντων της. Τα εποπτικά καθήκοντα της ΕΚΤ δεν θα πρέπει να παρεμβάλλονται στα καθήκοντά της εκείνα που αφορούν τη νομισματική πολιτική, ούτε και να καθορίζονται από αυτά. Εξάλλου, δεν θα πρέπει να παρεμβάλλονται στα καθήκοντά της εκείνα που αφορούν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) ή σε τυχόν άλλα καθήκοντά της. Η ΕΚΤ υποχρεούται να λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο όσον αφορά τους όρους συμμόρφωσής της με την εν λόγω διάταξη. Η άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της ΕΚΤ δεν επιτρέπεται να επηρεάζει τη διαρκή παρακολούθηση της φερεγγυότητας των αντισυμβαλλόμενων της σε πράξεις νομισματικής πολιτικής. Ακόμη, το προσωπικό που συμμετέχει στην εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων της ΕΚΤ θα πρέπει να διαχωρίζεται οργανωτικά από το προσωπικό που συμμετέχει στην εκτέλεση άλλων καθηκόντων της ίδιας, και να υπόκειται σε διαφορετικές απαιτήσεις λογοδοσίας.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 3 του κανονισμού ΕΕΜ, για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2 του εν λόγω άρθρου η ΕΚΤ θεσπίζει και δημοσιοποιεί τους αναγκαίους εσωτερικούς κανόνες, συμπεριλαμβανομένων κανόνων για το επαγγελματικό απόρρητο και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των δύο λειτουργικών πεδίων.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 4 του κανονισμού ΕΕΜ, η ΕΚΤ διασφαλίζει την πλήρη διαφοροποίηση της λειτουργίας του διοικητικού συμβουλίου σε σχέση, αφενός, με τα καθήκοντα νομισματικής πολιτικής και, αφετέρου, με τα εποπτικά καθήκοντα. Η διαφοροποίηση αυτή συνεπάγεται αυστηρό διαχωρισμό σε ό,τι αφορά τις σχετικές συνεδριάσεις και ημερήσιες διατάξεις.

(5)

Προς διασφάλιση του διαχωρισμού μεταξύ των καθηκόντων νομισματικής πολιτικής και των εποπτικών καθηκόντων, το άρθρο 25 παράγραφος 5 του κανονισμού ΕΕΜ απαιτεί τη σύσταση από την ΕΚΤ επιτροπής μεσολάβησης για τον συμβιβασμό των διαφορετικών απόψεων που τυχόν εκφράζουν οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων συμμετεχόντων κρατών μελών σε περίπτωση αντίρρησης του διοικητικού συμβουλίου επί σχεδίου απόφασης του εποπτικού συμβουλίου. Η επιτροπή θα απαρτίζεται από ένα μέλος ανά συμμετέχον κράτος μέλος, το οποίο επιλέγεται από κάθε κράτος μέλος μεταξύ των μελών του διοικητικού συμβουλίου και του εποπτικού συμβουλίου. Οι αποφάσεις της πρόκειται να λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία, με κάθε μέλος να διαθέτει μία ψήφο. Η ΕΚΤ οφείλει να εκδώσει και να δημοσιοποιήσει κανονισμό για τη σύσταση της επιτροπής μεσολάβησης και τον εσωτερικό κανονισμό αυτής. Εν προκειμένω η ΕΚΤ εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 673/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2014/26) (2).

(6)

Ο εσωτερικός κανονισμός της ΕΚΤ τροποποιήθηκε (3) προκειμένου η εσωτερική οργάνωση και τα όργανα λήψης αποφάσεών της να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις που συνεπάγεται ο κανονισμός ΕΕΜ και να αποσαφηνιστεί η αλληλεπίδραση μεταξύ των οργάνων που συμμετέχουν στη διαδικασία εκπόνησης και έκδοσης εποπτικών αποφάσεων.

(7)

Τα άρθρα 13ζ έως 13ι του εσωτερικού κανονισμού της ΕΚΤ ορίζουν τις λεπτομέρειες της έκδοσης αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου σε σχέση με θέματα που άπτονται του κανονισμού ΕΕΜ. Ειδικότερα, το άρθρο 13ζ αφορά την έκδοση αποφάσεων με σκοπό την εκτέλεση των καθηκόντων του άρθρου 4 του κανονισμού ΕΕΜ, ενώ το άρθρο 13η αφορά την έκδοση αποφάσεων με σκοπό την εκτέλεση των καθηκόντων του άρθρου 5 του κανονισμού ΕΕΜ, κατ' εφαρμογή των οριζομένων στο άρθρο 26 παράγραφος 8 του κανονισμού ΕΕΜ.

(8)

Σύμφωνα με το άρθρο 13ια του εσωτερικού κανονισμού της, η ΕΚΤ οφείλει να ασκεί τα εποπτικά της καθήκοντα με την επιφύλαξη και ανεξαρτήτως των καθηκόντων της που αφορούν τη νομισματική πολιτική και τυχόν άλλων καθηκόντων της. Στο πλαίσιο αυτό η ΕΚΤ απαιτείται να λαμβάνει κάθε απαραίτητο μέτρο προς διασφάλιση του διαχωρισμού μεταξύ της λειτουργίας της νομισματικής πολιτικής και της εποπτικής της λειτουργίας. Παράλληλα, ο συγκεκριμένος διαχωρισμός δεν θα πρέπει να αποκλείει την ανταλλαγή μεταξύ των δύο αυτών λειτουργικών πεδίων των πληροφοριών που είναι απαραίτητες για τη διεκπεραίωση των καθηκόντων της ΕΚΤ και του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ).

(9)

Σύμφωνα με το άρθρο 13ιβ του εσωτερικού κανονισμού της ΕΚΤ, οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου σε σχέση με τα εποπτικά καθήκοντα πρέπει να λαμβάνουν χώρα ξεχωριστά από τις τακτικές συνεδριάσεις του βάσει ξεχωριστών ημερήσιων διατάξεων.

(10)

Σύμφωνα με το άρθρο 13ιγ του εσωτερικού κανονισμού της ΕΚΤ, το οποίο διέπει την εσωτερική δομή της σε σχέση με τα εποπτικά καθήκοντα, η αρμοδιότητα της εκτελεστικής επιτροπής σε σχέση με την εσωτερική αυτή δομή και το προσωπικό της ΕΚΤ περιλαμβάνει και τα εποπτικά καθήκοντα. Η εκτελεστική επιτροπή διαβουλεύεται με τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου σε σχέση με την εσωτερική αυτή δομή. Το εποπτικό συμβούλιο, σε συμφωνία με την εκτελεστική επιτροπή, δύναται να προβαίνει στη σύσταση και λύση υποδομών προσωρινού χαρακτήρα, όπως ομάδων εργασίας ή ειδικών επιχειρησιακών ομάδων. Οι ομάδες αυτές επικουρούν στο έργο που σχετίζεται με τα εποπτικά καθήκοντα και λογοδοτούν στο εποπτικό συμβούλιο. Το άρθρο 13ιγ προβλέπει επίσης ότι ο γραμματέας του εποπτικού συμβουλίου και της διευθύνουσας επιτροπής ορίζεται από τον πρόεδρο της ΕΚΤ, κατόπιν διαβούλευσης με τον πρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου. Ο γραμματέας συνεργάζεται στενά με τον γραμματέα του διοικητικού συμβουλίου κατά την προετοιμασία των συνεδριάσεων του τελευταίου σε σχέση με τα εποπτικά καθήκοντα και είναι υπεύθυνος για τη σύνταξη των πρακτικών αυτών των συνεδριάσεων.

(11)

Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 66 του κανονισμού ΕΕΜ, ο οργανωτικός διαχωρισμός του προσωπικού θα πρέπει να αφορά όλες τις υπηρεσίες που είναι απαραίτητες για τους σκοπούς της ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής και να διασφαλίζει ότι η άσκηση των εποπτικών καθηκόντων υπόκειται πλήρως σε δημοκρατική λογοδοσία και επίβλεψη, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον κανονισμό ΕΕΜ. Το προσωπικό που συμμετέχει στην εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων θα πρέπει να λογοδοτεί στον πρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου. Στο πλαίσιο αυτό, προκειμένου να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις που θεσπίζει το άρθρο 25 παράγραφος 2 του κανονισμού ΕΕΜ (4), η ΕΚΤ συνέστησε δομή αποτελούμενη από τέσσερεις Γενικές Διευθύνσεις με αντικείμενο την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων, καθώς και γραμματεία του εποπτικού συμβουλίου, οι οποίες λειτουργικά υπάγονται και λογοδοτούν στον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου. Επίσης, η ΕΚΤ προσδιόρισε πλείονες υπηρεσιακές μονάδες που θα παρέχουν υποστήριξη τόσο στη λειτουργία της νομισματικής πολιτικής όσο και στην εποπτική λειτουργία της ΕΚΤ με τη μορφή κοινών υπηρεσιών, εφόσον η υποστήριξη αυτή δεν πρόκειται να οδηγεί σε συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ των εποπτικών στόχων και των στόχων νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Εντός πλειόνων υπηρεσιακών μονάδων που παρέχουν «κοινές υπηρεσίες» συστάθηκαν τμήματα επιφορτισμένα αποκλειστικά με εποπτικά καθήκοντα.

(12)

Το άρθρο 37 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θεσπίζει υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου για τα μέλη των διοικητικών οργάνων και του προσωπικού της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών. Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 74 του κανονισμού ΕΕΜ, το εποπτικό συμβούλιο, η διευθύνουσα επιτροπή και το προσωπικό της ΕΚΤ που ασκούν εποπτικά καθήκοντα θα πρέπει να υπόκεινται σε κατάλληλες απαιτήσεις τήρησης επαγγελματικού απορρήτου. Σύμφωνα με το άρθρο 27 του κανονισμού ΕΕΜ, η υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου καταλαμβάνει και τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου και του αποσπασμένου προσωπικού των συμμετεχόντων κρατών μελών που ασκούν εποπτικά καθήκοντα.

(13)

Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της λειτουργίας νομισματικής πολιτικής και της εποπτικής λειτουργίας της ΕΚΤ θα πρέπει να οργανώνεται κατά τρόπο που να διασφαλίζει την αυστηρή τήρηση των ορίων που θέτει το δίκαιο της Ένωσης (5), λαμβανομένης υπόψη της αρχής του διαχωρισμού. Εν προκειμένω θα τυγχάνουν εφαρμογής οι υποχρεώσεις προστασίας εμπιστευτικών πληροφοριών που προβλέπονται στις εφαρμοστέες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις, όπως στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2533/98 του Συμβουλίου (6) σχετικά με τη συλλογή εμπιστευτικών στατιστικών στοιχείων και στις διατάξεις της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) που αφορούν την ανταλλαγή εποπτικών πληροφοριών. Με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων που θεσπίζει η παρούσα απόφαση, η αρχή του διαχωρισμού εφαρμόζεται αμφίδρομα στην ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών μεταξύ της λειτουργίας νομισματικής πολιτικής και της εποπτικής λειτουργίας της ΕΚΤ.

(14)

Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 65 του κανονισμού ΕΕΜ, η ΕΚΤ είναι αρμόδια για την άσκηση καθηκόντων νομισματικής πολιτικής με σκοπό τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Η άσκηση των εποπτικών καθηκόντων αποσκοπεί στην προστασία της ασφάλειας και ευρωστίας των πιστωτικών ιδρυμάτων και της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Θα πρέπει συνεπώς αυτά να ασκούνται εντελώς ξεχωριστά από τα καθήκοντα νομισματικής πολιτικής, προκειμένου να αποφεύγονται συγκρούσεις συμφερόντων και να διασφαλίζεται ότι κάθε κατηγορία καθηκόντων ασκείται σε συνάρτηση με τους επιδιωκόμενους κατά περίπτωση στόχους. Ταυτόχρονα, ο αποτελεσματικός διαχωρισμός μεταξύ της λειτουργίας νομισματικής πολιτικής και της εποπτικής λειτουργίας δεν θα πρέπει να εμποδίζει την αξιοποίηση, όπου αυτό είναι δυνατό και σκόπιμο, όλων των πλεονεκτημάτων που αναμένεται ότι θα προκύψουν από τη συνδυαστική άσκηση των δύο αυτών λειτουργιών πολιτικής από το ίδιο θεσμικό όργανο, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται τα οφέλη από την εκτεταμένη εμπειρία της ΕΚΤ σε θέματα μακροοικονομίας και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και η μείωση της αλληλεπικάλυψης κατά τη συλλογή πληροφοριών. Κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν μηχανισμοί που θα επιτρέπουν την κατάλληλη ροή δεδομένων και άλλων εμπιστευτικών πληροφοριών μεταξύ των δύο λειτουργιών πολιτικής,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και στόχοι

1.   Με την παρούσα απόφαση θεσπίζονται οι ρυθμίσεις που συνάδουν με την απαίτηση διαχωρισμού της λειτουργίας νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ από την εποπτική της λειτουργία (αποκαλούμενες από κοινού «λειτουργίες πολιτικής»), ιδίως όσον αφορά το επαγγελματικό απόρρητο και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των δύο αυτών πεδίων λειτουργιών.

2.   Η ΕΚΤ ασκεί τα εποπτικά της καθήκοντα με την επιφύλαξη και ανεξαρτήτως των καθηκόντων της που αφορούν τη νομισματική πολιτική και τυχόν άλλων καθηκόντων της. Τα εποπτικά καθήκοντα της ΕΚΤ δεν παρεμβάλλονται στα καθήκοντά της εκείνα που αφορούν τη νομισματική πολιτική, ούτε καθορίζονται από αυτά. Εξάλλου, δεν παρεμβάλλονται τα καθήκοντά της εκείνα που αφορούν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) ή σε τυχόν άλλα καθήκοντα. Η άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της ΕΚΤ και η διαρκής παρακολούθηση της οικονομικής ευρωστίας και φερεγγυότητας των αντισυμβαλλόμενων σε πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος διαμορφώνονται κατά τρόπο που δεν προκαλεί στρέβλωση του σκοπού οποιασδήποτε από τις δύο αυτές λειτουργίες.

3.   Η ΕΚΤ διασφαλίζει την πλήρη διαφοροποίηση της λειτουργίας του διοικητικού συμβουλίου σε σχέση, αφενός, με τη λειτουργία νομισματικής πολιτικής και, αφετέρου, με την εποπτική λειτουργία. Η διαφοροποίηση αυτή συνεπάγεται αυστηρό διαχωρισμό σε ό,τι αφορά τις σχετικές συνεδριάσεις και ημερήσιες διατάξεις.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «εμπιστευτικές πληροφορίες»: πληροφορίες που φέρουν διαβάθμιση «ECB-CONFIDENTIAL» ή «ECB-SECRET» βάσει του καθεστώτος απορρήτου της ΕΚΤ· λοιπές εμπιστευτικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που υπόκεινται σε κανόνες προστασίας δεδομένων ή σε υποχρέωση τήρησης επαγγελματικού απορρήτου, οι οποίες παράγονται στο εσωτερικό της ΕΚΤ ή διαβιβάζονται στην ΕΚΤ από άλλους οργανισμούς ή φυσικά πρόσωπα· οποιεσδήποτε εμπιστευτικές πληροφορίες υπόκεινται στους κανόνες της οδηγίας 2013/36/ΕΕ περί επαγγελματικού απορρήτου· και εμπιστευτικές στατιστικές πληροφορίες κατά τα προβλεπόμενα στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2533/98·

2)   (πρόσβαση σε πληροφορίες σε περιπτώσεις που κάποιος είναι) «απαραίτητο να τις γνωρίζει»: η ανάγκη πρόσβασης σε εμπιστευτικές πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την άσκηση καταστατικά προβλεπόμενης λειτουργίας ή καθήκοντος στην ΕΚΤ, η οποία, σε περίπτωση πληροφοριών με διαβάθμιση «ECB-CONFIDENTIAL», είναι αρκετά ευρεία ώστε το προσωπικό να είναι σε θέση να αποκτά πρόσβαση σε πληροφορίες που έχουν σχέση με τα καθήκοντά του και να αναλαμβάνει καθήκοντα συναδέλφων με την ελάχιστη δυνατή καθυστέρηση·

3)   «ακατέργαστα δεδομένα»: δεδομένα που διαβιβάζονται από μονάδες παροχής στοιχείων, κατόπιν στατιστικής επεξεργασίας και επικύρωσης, ή δεδομένα που παράγονται από την ΕΚΤ κατά την άσκηση των λειτουργιών της·

4)   «καθεστώς απορρήτου της ΕΚΤ»: το καθεστώς το οποίο εφαρμόζει η ΕΚΤ και το οποίο ορίζει τον τρόπο διαβάθμισης, χειρισμού και προστασίας εμπιστευτικών πληροφοριών της.

Άρθρο 3

Οργανωτικός διαχωρισμός

1.   Η ΕΚΤ διαθέτει αυτόνομες διαδικασίες λήψης αποφάσεων για την εποπτική λειτουργία και τη λειτουργία νομισματικής πολιτικής που η ίδια ασκεί.

2.   Όλες οι υπηρεσιακές μονάδες της ΕΚΤ υπάγονται διοικητικά στην εκτελεστική επιτροπή. Η αρμοδιότητα της εκτελεστικής επιτροπής σε σχέση με την εσωτερική δομή και το προσωπικό της ΕΚΤ περιλαμβάνει και τα εποπτικά καθήκοντα. Η εκτελεστική επιτροπή διαβουλεύεται με τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου σε σχέση με την εσωτερική αυτή δομή.

3.   Το προσωπικό της ΕΚΤ που συμμετέχει στην εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων διαχωρίζεται οργανωτικά από το προσωπικό που συμμετέχει στην εκτέλεση άλλων καθηκόντων της. Το προσωπικό που συμμετέχει στην εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων λογοδοτεί στην εκτελεστική επιτροπή όσον αφορά οργανωτικά, διοικητικά ζητήματα και ζητήματα ανθρώπινου δυναμικού, αλλά από άποψη λειτουργική λογοδοτεί στον πρόεδρο και στον αντιπρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου, με την επιφύλαξη της εξαίρεσης της παραγράφου 4.

4.   Η ΕΚΤ μπορεί να δημιουργεί κοινές υπηρεσίες υποστηρικτικές τόσο της λειτουργίας νομισματικής πολιτικής όσο και της εποπτικής λειτουργίας, προκειμένου να επιτυγχάνεται η αποφυγή αλληλοεπικάλυψης των υποστηρικτικών αυτών υπηρεσιών, συμβάλλοντας έτσι στη διασφάλιση της αποτελεσματικής και ουσιαστικής παροχής υπηρεσιών. Οι εν λόγω υπηρεσίες δεν υπόκεινται στο άρθρο 6 όσον αφορά τυχόν ανταλλαγή πληροφοριών με τις αντίστοιχες λειτουργίες πολιτικής.

Άρθρο 4

Επαγγελματικό απόρρητο

1.   Τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου, της διευθύνουσας επιτροπής και τυχόν υποδομών που έχουν συσταθεί από το εποπτικό συμβούλιο, του προσωπικού της ΕΚΤ και του αποσπασμένου προσωπικού των συμμετεχόντων κρατών μελών που ασκούν εποπτικά καθήκοντα υποχρεούνται, ακόμη και μετά την παύση άσκησης των καθηκόντων τους, να μην αποκαλύπτουν πληροφορίες οι οποίες, λόγω της φύσης τους, καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.

2.   Τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση σε δεδομένα τα οποία καλύπτονται από νομοθεσία της Ένωσης που επιβάλλει υποχρέωση απορρήτου υπόκεινται στην εν λόγω νομοθεσία.

3.   Η ΕΚΤ υπάγει τα πρόσωπα που παρέχουν, άμεσα ή έμμεσα, μόνιμα ή ευκαιριακά, οποιαδήποτε υπηρεσία σχετική με την άσκηση εποπτικών καθηκόντων σε ανάλογες απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου μέσω συμβατικών ρυθμίσεων.

4.   Οι κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου που περιέχονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ εφαρμόζονται στα πρόσωπα των παραγράφων 1 έως 3. Ειδικότερα, οι εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες λαμβάνουν τα εν λόγω πρόσωπα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους επιτρέπεται να αποκαλύπτονται μόνο σε συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή, έτσι ώστε να καθίσταται αδύνατη η ταυτοποίηση μεμονωμένων πιστωτικών ιδρυμάτων, με την επιφύλαξη περιπτώσεων που εμπίπτουν στο ποινικό δίκαιο.

5.   Εντούτοις, εάν ορισμένο πιστωτικό ίδρυμα κηρυχθεί σε πτώχευση ή τεθεί υπό αναγκαστική εκκαθάριση, επιτρέπεται να αποκαλύπτονται στο πλαίσιο διαδικασιών αστικής ή εμπορικής φύσης εμπιστευτικές πληροφορίες που δεν αφορούν τρίτους που συμμετέχουν σε προσπάθειες διάσωσής του.

6.   Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζουν την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της ΕΚΤ, στο πλαίσιο άσκησης της εποπτικής της λειτουργίας, και άλλων ενωσιακών ή εθνικών αρχών, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο της Ένωσης. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται κατ' αυτόν τον τρόπο υπόκεινται στις παραγράφους 1 έως 5.

7.   Το καθεστώς απορρήτου της ΕΚΤ εφαρμόζεται στα μέλη του εποπτικού συμβουλίου που προέρχονται από αυτήν, στα μέλη του προσωπικού της και στα μέλη του αποσπασμένου προσωπικού των συμμετεχόντων κρατών μελών που ασκούν εποπτικά καθήκοντα, ακόμη και μετά την παύση άσκησης των καθηκόντων τους.

Άρθρο 5

Γενικές αρχές που διέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των λειτουργιών πολιτικής και τη διαβάθμισή τους

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 4, η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των λειτουργιών πολιτικής είναι δυνατή, εφόσον επιτρέπεται δυνάμει του εφαρμοστέου δικαίου της Ένωσης.

2.   Οι πληροφορίες, πλην των ακατέργαστων δεδομένων, διαβαθμίζονται από τη λειτουργία πολιτικής της ΕΚΤ που τις κατέχει, σύμφωνα με το καθεστώς απορρήτου της ΕΚΤ. Τα ακατέργαστα δεδομένα διαβαθμίζονται ξεχωριστά. Η ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών μεταξύ των δύο λειτουργιών πολιτικής υπόκειται στους σχετικούς προβλεπόμενους κανόνες διακυβέρνησης και διαδικαστικούς κανόνες, καθώς και στον όρο περί διαβίβασης των πληροφοριών μόνο σε όσους είναι απαραίτητο να τις γνωρίζουν, την πλήρωση του οποίου αποδεικνύει η λειτουργία πολιτικής της ΕΚΤ που ζητά την πρόσβαση σε αυτές.

3.   Η πρόσβαση οποιασδήποτε λειτουργίας πολιτικής της ΕΚΤ σε εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες κατέχει η άλλη εξ αυτών αποφασίζεται από τη δεύτερη, σύμφωνα με το καθεστώς εμπιστευτικότητας της ΕΚΤ, εκτός εάν ορίζεται άλλως με την παρούσα απόφαση. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των δύο λειτουργιών πολιτικής της ΕΚΤ σχετικά με την πρόσβαση σε εμπιστευτικές πληροφορίες, η πρόσβαση αποφασίζεται από την εκτελεστική επιτροπή σύμφωνα με την αρχή του διαχωρισμού. Λαμβάνεται μέριμνα για τη συνεκτικότητα των αποφάσεων ως προς τα δικαιώματα πρόσβασης και τη δέουσα καταχώρισή τους.

Άρθρο 6

Ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών μεταξύ λειτουργιών πολιτικής

1.   Έκαστη λειτουργία πολιτικής της ΕΚΤ αποκαλύπτει στην άλλη εξ αυτών εμπιστευτικές πληροφορίες με τη μορφή μη ανωνυμοποιημένων κοινών (COREP) και χρηματοοικονομικών (FINREP) (8) δεδομένων, καθώς και άλλα ακατέργαστα δεδομένα, κατόπιν σχετικού αιτήματος και υπό τον όρο της διαβίβασης των πληροφοριών σε όσους είναι απαραίτητο να τις γνωρίζουν, έπειτα από έγκριση της εκτελεστικής επιτροπής, εκτός αν ορίζεται άλλως από το δίκαιο της Ένωσης. Η εποπτική λειτουργία της ΕΚΤ αποκαλύπτει εμπιστευτικές πληροφορίες με τη μορφή μη ανωνυμοποιημένων κοινών και χρηματοοικονομικών δεδομένων στη λειτουργία νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ κατόπιν σχετικού αιτήματος και υπό τον όρο της διαβίβασης των πληροφοριών σε όσους είναι απαραίτητο να τις γνωρίζουν, εκτός αν ορίζεται άλλως από το δίκαιο της Ένωσης.

2.   Έκαστη λειτουργία πολιτικής της ΕΚΤ αποκαλύπτει στην άλλη εξ αυτών εμπιστευτικές πληροφορίες που περιέχουν αξιολογήσεις ή συστάσεις πολιτικής μόνο κατόπιν σχετικού αιτήματος και υπό τον όρο της διαβίβασης των πληροφοριών σε όσους είναι απαραίτητο να τις γνωρίζουν, εφόσον διασφαλίζεται ότι κάθε λειτουργία πολιτικής ασκείται σύμφωνα με τους εφαρμοστέους στόχους και η αποκάλυψη των πληροφοριών έχει εγκριθεί ρητώς από την εκτελεστική επιτροπή.

Έκαστη λειτουργία πολιτικής της ΕΚΤ επιτρέπεται να αποκαλύπτει στην άλλη εξ αυτών εμπιστευτικές συγκεντρωτικές πληροφορίες, οι οποίες δεν περιέχουν πληροφορίες για μεμονωμένα τραπεζικά ιδρύματα ή πληροφορίες ευαίσθητες από άποψη χάραξης πολιτικής που άπτονται της προπαρασκευής αποφάσεων, κατόπιν σχετικού αιτήματος και υπό τον όρο της διαβίβασης των πληροφοριών σε όσους είναι απαραίτητο να τις γνωρίζουν, εφόσον διασφαλίζεται ότι κάθε λειτουργία πολιτικής ασκείται σύμφωνα με τους εφαρμοστέους στόχους.

3.   Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος άρθρου αναλύονται αυτόνομα από την αποδέκτρια λειτουργία πολιτικής σύμφωνα με τον σκοπό της. Τυχόν μεταγενέστερες αποφάσεις λαμβάνονται αποκλειστικά σε αυτή τη βάση.

Άρθρο 7

Ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών που αφορούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα

Η ανταλλαγή πληροφοριών που αφορούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπόκειται στο εφαρμοστέο δίκαιο της Ένωσης για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών.

Άρθρο 8

Ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης

Με την επιφύλαξη του άρθρου 6, σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης κατά την έννοια του άρθρου 114 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, έκαστη λειτουργία πολιτικής της ΕΚΤ διαβιβάζει στην άλλη αμελλητί εμπιστευτικές πληροφορίες, όταν αυτές είναι σημαντικές για την άσκηση των καθηκόντων της σε σχέση με τη συγκεκριμένη ανακύψασα κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Άρθρο 9

Τελική διάταξη

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Φρανκφούρτη, 17 Σεπτεμβρίου 2014.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 673/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 2ας Ιουνίου 2014, σχετικά με την ίδρυση επιτροπής μεσολάβησης και τον εσωτερικό της κανονισμό(ΕΚΤ/2014/26) (ΕΕ L 179 της 19.6.2014, σ. 72).

(3)  Απόφαση ΕΚΤ/2014/1 της 22ας Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση της απόφασης ΕΚΤ/2004/2 για τη θέσπιση του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΕ L 95 της 29.3.2014, σ. 56).

(4)  Βλέπε και αιτιολογική σκέψη ΙΕ της διοργανικής συμφωνίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με τις πρακτικές λεπτομέρειες που αφορούν την άσκηση της δημοκρατικής λογοδοσίας και την επίβλεψη της άσκησης των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ στο πλαίσιο του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (2013/694/ΕΕ) (ΕΕ L 320 της 30.11.2013, σ. 1), καθώς και αιτιολογική σκέψη Ζ του μνημονίου συνεννόησης μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τη συνεργασία σχετικά με διαδικασίες που αφορούν τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (ΕΕΜ).

(5)  Βλέπε αιτιολογική σκέψη H της διοργανικής συμφωνίας. Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 74 του κανονισμού ΕΕΜ, οι απαιτήσεις σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών με το προσωπικό της ΕΚΤ που δεν συμμετέχει στις εποπτικές δραστηριότητες δεν θα πρέπει να εμποδίζουν την ΕΚΤ να ανταλλάσσει πληροφορίες, εντός των ορίων της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται σε αυτή, μεταξύ άλλων με την Επιτροπή, για τους σκοπούς των καθηκόντων της βάσει των άρθρων 107 και 108 της ΣΛΕΕ και βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας για την ενισχυμένη οικονομική και δημοσιονομική επιτήρηση.

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2533/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τη συλλογή στατιστικών πληροφοριών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 8).

(7)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(8)  Βλέπε εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 680/2014 της Επιτροπής, της 16ης Απριλίου 2014, για τη θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά την υποβολή εποπτικών αναφορών από τα ιδρύματα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 191 της 28.6.2014, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΚΤ

Όλα τα έγγραφα που συντάσσονται από την ΕΚΤ υπάγονται σε μία από τις πέντε διαβαθμίσεις ασφαλείας που ακολουθούν.

Ο χειρισμός των εγγράφων που λαμβάνονται από τρίτους εκτός της ΕΚΤ είναι σύμφωνος με την επισήμανση διαβάθμισης που φέρει το έγγραφο. Εάν το έγγραφο δεν φέρει επισήμανση διαβάθμισης, ή εάν ο παραλήπτης κρίνει ότι η διαβάθμιση είναι υπερβολικά χαμηλή, το έγγραφο επισημαίνεται εκ νέου και το κατάλληλο επίπεδο διαβάθμισης της ΕΚΤ αναφέρεται ευκρινώς τουλάχιστον στην πρώτη σελίδα. Το έγγραφο υπάγεται σε χαμηλότερο επίπεδο διαβάθμισης μόνο με γραπτή άδεια του οργανισμού από τον οποίο προέρχεται.

Στη συνέχεια παρατίθενται οι πέντε διαβαθμίσεις ασφαλείας της ΕΚΤ και τα δικαιώματα πρόσβασης που παρέχουν.

ECB-SECRET:

Η πρόσβαση στο εσωτερικό της ΕΚΤ περιορίζεται σε όσους είναι απολύτως απαραίτητο να λάβουν γνώση του εγγράφου, μετά από έγκριση ανώτερου διοικητικού στελέχους της υπηρεσιακής μονάδας της ΕΚΤ από την οποία προέρχεται το έγγραφο ή ιεραρχικά ανώτερου στελέχους.

ECB-CONFIDENTIAL:

Η πρόσβαση στο εσωτερικό της ΕΚΤ περιορίζεται σε όσους είναι απαραίτητο να λάβουν γνώση του εγγράφου υπό έννοια τόσο ευρεία ώστε να δίδεται η δυνατότητα στο προσωπικό να έχει πρόσβαση σε πληροφορίες που έχουν σχέση με τα καθήκοντά του και να αναλαμβάνει καθήκοντα συναδέλφων με την ελάχιστη δυνατή καθυστέρηση.

ECB-RESTRICTED:

Μπορεί να επιτραπεί η πρόσβαση στο προσωπικό της ΕΚΤ, και, κατά περίπτωση, στα μέλη του προσωπικού του ΕΣΚΤ που έχουν εύλογο ενδιαφέρον.

ECB-UNRESTRICTED

Μπορεί να επιτραπεί η πρόσβαση σε όλο το προσωπικό της ΕΚΤ, και, κατά περίπτωση, στο προσωπικό του ΕΣΚΤ.

ECB-PUBLIC

Επιτρέπεται η πρόσβαση στο ευρύ κοινό.


Επάνω